Παρασκευή 24 Μαΐου 2019

Πτυχία - κολάζ γνώσεων και δεξιοτήτων, με τη σφραγίδα της ΕΕ


Πτυχία - κολάζ γνώσεων και δεξιοτήτων, με τη σφραγίδα της ΕΕ
Αναδημοσίευση  απο Ριζοσπάστη Τετάρτης 22 Μάη 2019
 του Δ.Κοιλάκου



Η πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών, σε συνέχεια της αξιολόγησης των Τμημάτων, είναι ένα από τα βασικά εργαλεία της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Ανώτατη Εκπαίδευση, όπως έχει προσδιοριστεί ήδη από το 1999 και τη διαβόητη Διακήρυξη της Μπολόνια1. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια διαδικασία περιοδικού ελέγχου για το κατά πόσο το πρόγραμμα σπουδών ενός Τμήματος δίνει στους αποφοίτους τις απαιτούμενες από το κεφάλαιο γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες.
Σε πρακτικό επίπεδο, μια ομάδα εξωτερικών αξιολογητών - «εμπειρογνωμόνων», ορισμένη από την Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ), επισκέπτονται το υπό εξέταση Τμήμα, συνομιλούν με διοικήσεις, διδάσκοντες, φοιτητές και «κοινωνικούς εταίρους» (κυρίως επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με το Τμήμα) και συμπληρώνουν την έκθεσή τους. Η έκθεση αυτή εστιάζει στο κατά πόσο το πρόγραμμα σπουδών πληροί τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις του ευρωενωσιακού πλαισίου και συμβαδίζει με τις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές». Επίσης, εξετάζεται το κατά πόσο έχουν ληφθεί υπόψη οι υποδείξεις των προηγούμενων αξιολογήσεων, ενώ συμπεριλαμβάνονται και προτάσεις προς υλοποίηση ενόψει της επόμενης αξιολόγησης.


Διαμορφώνεται, έτσι, ένα ασφυκτικό πλαίσιο, αφού τα προγράμματα που δεν πιστοποιούνται ουσιαστικά δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν αν δεν «συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις», όπως λέει και το τραγούδι2.
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μαζί στο άρμα της διαδικασίας της Μπολόνια
Στη χώρα μας, η διαδικασία της πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών προβλέπεται ήδη από το νόμο Διαμαντοπούλου (ν. 4009/2011). Είναι ακριβώς αυτός ο νόμος, πεδίο εμβληματικής συναίνεσης τότε (προ συγκυβέρνησης) μεταξύ ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, έναντι του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν και προσπαθεί να συνεχίσει να εμφανίζεται εξεγειρόμενος, επιχειρώντας να συσκοτίσει τη σύμπλευση όλων των αστικών κομμάτων με την ευρωενωσιακή στρατηγική. Τίποτε πιο μακριά από την αλήθεια, όμως...
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραπέμπει στο ν. Διαμαντοπούλου ακόμα και στις πιο εμβληματικές παρεμβάσεις του στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Για παράδειγμα, σε όλα τα πρόσφατα νομοσχέδια για τις συγχωνεύσεις και αναδιαρθρώσεις αναφέρεται ρητά ότι «η διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών των Τμημάτων που ιδρύονται με το παρόν γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν. 4009/2011», σύμφωνα δηλαδή με τις προβλέψεις του ν. Διαμαντοπούλου για την αξιολόγηση και πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι για τα συγκεκριμένα ζητήματα, η κριτική της ΝΔ περιορίζεται στον τρόπο και την ταχύτητα υλοποίησης των συγκεκριμένων αποφάσεων, καθώς και τη σύνθεση και λειτουργία της ΑΔΙΠ, που οργανώνει και εποπτεύει την όλη διαδικασία.
Πώς θα μπορούσε, εξάλλου, να είναι διαφορετικά, όταν και οι δυο τους έχουν «κορόνα στο κεφάλι τους» τη διαδικασία της Μπολόνια, την οποία υλοποιούν απαρέγκλιτα όλες οι κυβερνήσεις από το 1999 και έκτοτε.
Στον πυρήνα της διαδικασίας της Μπολόνια είναι η προσαρμογή των πανεπιστημίων στις αλλαγές που συντελούνται στην καπιταλιστική οικονομία, σε συνθήκες εντεινόμενης διαπάλης μεταξύ ευρωπαϊκών μονοπωλίων και των ανταγωνιστών τους. Τα πανεπιστήμια, που παράγουν το νέο επιστημονικά ειδικευμένο εργατικό δυναμικό που θα κληθεί - σε αυτές τις συνθήκες - με τη δουλειά του να υπηρετήσει την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, οφείλουν να προσαρμόσουν τις σπουδές στις αλλαγές αυτές.
Από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε ρόλο σημαιοφόρου στην προώθηση των συμφερόντων του κεφαλαίου στη χώρα, επιδεικνύει ιδιαίτερη θέρμη στην προώθηση μέχρι κεραίας της ευρωενωσιακής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση στη χώρα μας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον περσινό Μάη στο Παρίσι, στη σύνοδο των υπουργών Παιδείας των κρατών που συμμετέχουν στη διαδικασία της Μπολόνια, ο υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Κ. Γαβρόγλου δήλωσε μαζί με τους ομολόγους του την υπερηφάνεια του «για όσα έχει πετύχει η διαδικασία της Μπολόνια» και συνομολόγησε μαζί τους ότι την περίοδο 2018-2020 θα πρέπει να δοθεί περαιτέρω έμφαση, μεταξύ άλλων, στην πιο αποφασιστική προώθηση των διαδικασιών αναγνώρισης των πιστοποιημένων τίτλων και προσόντων, καθώς και την ενίσχυση των διαδικασιών «διασφάλισης της ποιότητας».
Τα αποτελέσματα αυτής της δέσμευσης δεν άργησαν να φανούν.
Εμπειρία από πιστοποιήσεις προγραμμάτων: Στο επίκεντρο η βαθύτερη εμπλοκή των επιχειρήσεων
Τους τελευταίους μήνες, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάψει τις μηχανές «στο φουλ» για να προχωρήσουν οι διαδικασίες πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών, προσπερνώντας και τις αντιδράσεις του φοιτητικού κινήματος που εδώ και χρόνια έχουν βάλει εμπόδια.
Το περιεχόμενο των πρώτων 9 εκθέσεων πιστοποίησης που δημοσιεύτηκαν είναι αποκαλυπτικό για τις στοχεύσεις αυτής της διαδικασίας και για το τι έπεται, αν δεν ισχυροποιηθεί η εναντίωση στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής.
Στο επίκεντρο βρίσκεται το ζήτημα της βαθύτερης εμπλοκής των επιχειρήσεων και άλλων κοινωνικών εταίρων σε περισσότερες πτυχές της λειτουργίας των υπό εξέταση Τμημάτων. Ετσι, το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Τροφίμων και Προϊόντων του Πανεπιστημίου Πατρών (με έδρα το Αγρίνιο) δέχεται τα συγχαρητήρια της επιτροπής, γιατί ικανοποιεί «αιτήματα και προτάσεις για τη βελτίωσή του» από «ενδιαφερόμενους φορείς από την αγορά εργασίας». Αντίθετα, το Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου καλείται «να εντοπίσει και να προσκαλέσει επιπρόσθετους εξωτερικούς ενδιαφερόμενους φορείς, όπως οργανισμοί, εταιρείες και θεσμοί» που θα μπορούσαν να εμπλακούν στις διαδικασίες αξιολόγησης, καθώς και «να συγκεντρώσει πληροφορίες από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη», συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών, ώστε να τροφοδοτηθεί η επικαιροποίηση του προγράμματος σπουδών. Αντίστοιχα, το Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Πατρών καλείται «να θέσει σε προτεραιότητα τις ευκαιρίες που απορρέουν από το να έχει τους εργοδότες ως συνεταίρους». Στην περίπτωση του Βιολογικού του ΕΚΠΑ, η επιτροπή προβληματίζεται για το ότι οι σχέσεις με επιχειρήσεις εστιάζουν κυρίως στον διαγνωστικό τομέα, τονίζοντας ότι θα πρέπει να αναζητηθούν κι άλλες «στρατηγικές συμμαχίες με ενδιαφερόμενα μέρη», υποδεικνύοντας, μεταξύ άλλων, «τον βιοϊατρικό και τον φαρμακευτικό κλάδο». Εξάλλου, όπως επισημαίνεται στην έκθεση για το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, «η βιομηχανία απαιτεί συγκεκριμένες δεξιότητες, ικανότητες και εφαρμογές των γνώσεων που αποκτιούνται στο πανεπιστήμιο».
Είναι, μάλιστα, εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι ακόμα και το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου καλείται να εμπλέξει κατάλληλα επιλεγμένους μη ακαδημαϊκούς φορείς (δηλαδή και επιχειρήσεις) ως συμβούλους για την αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών.
Το μοτίβο που υπηρετούν τέτοιες υποδείξεις είναι σαφές: Προγράμματα σπουδών μιας χρήσης για τους πολλούς, που ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τις προσωρινές ιεραρχήσεις των επιχειρηματιών - εταίρων τους, για να έχουν άμεσα διαθέσιμους τους αποφοίτους που θέλουν. Στον επόμενο κύκλο πιστοποίησης, όταν οι απαιτήσεις του κεφαλαίου θα έχουν τροποποιηθεί, αντίστοιχα θα πρέπει να τροποποιούνται και τα προγράμματα σπουδών. Ετσι, η μεγάλη πλειοψηφία των αποφοίτων που ολοκλήρωσαν τα προηγούμενα προγράμματα σπουδών θα κληθούν να... παραμερίσουν (βλ. απολυθούν), για να πάρουν τις θέσεις τους οι νεότεροι συνάδελφοί τους, τα προσόντα και οι δεξιότητες των οποίων θα ευθυγραμμίζονται καλύτερα με τις νέες απαιτήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών. Επιπρόσθετα, οι μεν απόφοιτοι λειτουργούν ως μοχλοί πίεσης για τους δε, προκειμένου να συμπιέζονται προς τα κάτω μισθοί και δικαιώματα κι όλοι αντάμα να χαμηλώνουν τον πήχη των διεκδικήσεών τους.

Απόφοιτοι με λειψά και εξατομικευμένα προφίλ δεξιοτήτων
Τα παραπάνω δεν είναι θεωρητικά σχήματα, αλλά κωδικοποιούνται σε συγκεκριμένες υποδείξεις των εκθέσεων πιστοποίησης για το πώς θα πρέπει να δομηθούν τα προγράμματα σπουδών.
Για παράδειγμα, στο Βιολογικό του ΕΚΠΑ, παρότι πρόσφατα αναμορφώθηκε το πρόγραμμα σπουδών, εντοπίζεται πως «παρότι ο αριθμός των μαθημάτων έχει μειωθεί σημαντικά, η ύλη που αυτό καλύπτει δεν έχει μειωθεί ανάλογα». Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι «το πρόγραμμα των μαθημάτων πρέπει να ελαφρυνθεί σημαντικά», περιοριζόμενο μόνο «στην εισαγωγή προχωρημένων εννοιών» και αποτρέποντας την «τεχνική ειδίκευση» των φοιτητών. Αποκαλυπτικά, όσο και προκλητικά, υπογραμμίζεται ότι το πρόγραμμα σπουδών «θα πρέπει να στοχεύει στην εμπλοκή και την έμπνευση των φοιτητών και όχι στο να παρέχει λεπτομερή γνώση, η οποία θα μπορούσε να αποκτηθεί κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών προγραμμάτων που προσφέρει το Τμήμα». Αντίστοιχη αναφορά γίνεται και στην έκθεση πιστοποίησης του προγράμματος σπουδών του Τμήματος Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, σύμφωνα με την οποία υποχρεωτικά μαθήματα που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα των τελευταίων ετών σπουδών είναι «πολύ εξειδικευμένα για να απαιτούνται για όλους τους φοιτητές», ενώ και το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών προτρέπεται να δώσει έμφαση «στην απόκτηση επαρκούς μεθοδολογικής γνώσης, καθώς ο διδακτικός στόχος δεν θα έπρεπε να είναι άλλος από την "ανάλυση ενός σύνθετου προβλήματος" και "σύνθεσης μιας λύσης" στη βάση των γεγονότων και της επιστήμης».
Πρόκειται για χαρακτηριστικές διατυπώσεις, που επιβεβαιώνουν τους στόχους της ευρωενωσιακής πολιτικής. Τα πτυχία ούτε πρέπει, ούτε μπορούν, σύμφωνα με αυτήν τη λογική, να παρέχουν όλη την απαιτούμενη επιστημονική, θεωρητική και πρακτική γνώση για την άσκηση του επαγγέλματος. Αντίθετα, μετατρέπονται σε κολάζ γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων που θα διαμορφώνεται από τις διαφοροποιημένες διαδρομές μάθησης με πληθώρα επιλεγόμενων μαθημάτων, πάνω σε ένα υπόστρωμα κάποιων μίνιμουμ επιστημονικών γνώσεων στο αντικείμενο των σπουδών, που θα παρέχεται από λίγα υποχρεωτικά μαθήματα. Ο απόφοιτος με το εξατομικευμένο προφίλ δεξιοτήτων θα καλείται κάθε φορά να το συμπληρώνει με διάφορα μεταπτυχιακά, πιστοποιητικά, σεμινάρια κ.ά., «τζογάροντας» με τις επιλογές που θα κάνει (τις οποίες πολλές φορές θα ακριβοπληρώσει) το αν θα «τσακώσει» την κατάλληλη στιγμή μια θέση εργασίας που θα ανταποκρίνεται στο προφίλ που έχει διαμορφώσει τη δεδομένη στιγμή.
Στην κατεύθυνση αυτή, είναι χαρακτηριστική η κοινή γραμμή των εκθέσεων πιστοποίησης για αύξηση του αριθμού των επιλεγόμενων μαθημάτων, με παράλληλη μείωση αυτών που είναι υποχρεωτικά για όλους τους φοιτητές. Για παράδειγμα, στην περίπτωση του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών υπογραμμίζεται ότι θα πρέπει να ενταχθούν στο πρόγραμμα σπουδών «μαθήματα επιλογής από τα πρώτα δυο εξάμηνα», ενώ στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων & Τροφίμων του Πανεπιστημίου Πατρών προτείνεται «να αυξηθεί ο αριθμός των μαθημάτων επιλογής στο πρόγραμμα σπουδών (σήμερα μόλις 5 από τα 45 μαθήματα είναι επιλεγόμενα) στη θέση των υποχρεωτικών μαθημάτων». Μάλιστα, στη συγκεκριμένη περίπτωση αναδεικνύεται και ένας ακόμα τρόπος διαφοροποίησης των προγραμμάτων σπουδών, που ήδη έχει εφαρμοστεί σε αρκετές περιπτώσεις και ίσως γενικευτεί τα επόμενα χρόνια, αφού αποτελεί συνήθη πρακτική στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται ότι «ο αριθμός των μονάδων ECTS κάθε μαθήματος θα πρέπει να προσαρμοστεί έτσι ώστε καλύτερα να αντανακλά το φόρτο εργασίας κάθε συγκεκριμένου μαθήματος (και όχι απλά να κατανέμονται από 6 ECTS σε κάθε μάθημα)». Αντίστοιχα, για το Ιστορικό - Αρχαιολογικό του ΕΚΠΑ προτείνεται ότι στην επικείμενη αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών θα πρέπει να «εκτιμηθεί η εφαρμογή του συστήματος ECTS και να γίνει αυτή με μεγαλύτερη συνέπεια στα μαθήματα του προγράμματος σπουδών».
Πρόκειται για επικίνδυνη εξέλιξη, αφού στη βάση των προτύπων της διαδικασίας της Μπολόνια, που εφαρμόζονται στα κράτη - μέλη της ΕΕ και τη χώρα μας, τα διάφορα επίπεδα σπουδών ολοκληρώνονται όταν συγκεντρωθεί ο κάθε φορά απαιτούμενος αριθμός ECTS. Με τον προτεινόμενο τρόπο, ένα πτυχίο θα καταλήξει πραγματικά κολάζ ετεροβαρών μαθημάτων, χωρίς επιστημονική, εννοιολογική και μεθοδολογική συνάφεια και συνέχεια στη δομή και τη ροή των σπουδών για τη λήψη του. Με πιο απλά λόγια, αντί να σπουδάζει επιστήμονας ένας φοιτητής, θα διαλέγει τα μαθήματά του σαν να «ψωνίζει» από τα ράφια του σούπερ μάρκετ όσα προϊόντα τού φτάνουν με βάση τα λεφτά που έχει στην τσέπη του. Ισως, από την άλλη, να είναι και μια εικόνα από το μέλλον που περιμένει τους περισσότερους αποφοίτους, στην οποία καλούνται να προσαρμόζονται από νωρίς. Γι' αυτό και η ίδια επιτροπή που προτείνει τη μείωση των μαθημάτων και της ύλης στο Βιολογικό του ΕΚΠΑ, προτείνει ταυτόχρονα και τη διδασκαλία «επιχειρηματικών δεξιοτήτων», ως μέρος του προγράμματος σπουδών.
Και προγράμματα με ημερομηνία λήξης
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι σε αρκετές εκθέσεις τα Τμήματα προτρέπονται να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους χρηματοδότησης διαφόρων πτυχών της λειτουργίας τους. Για παράδειγμα, το Ιστορικό - Αρχαιολογικό του ΕΚΠΑ καλείται να αναζητήσει ερευνητικούς πόρους «μέσω διεθνών funds και περαιτέρω συνεργασίας με επιχειρήσεις», ενώ το Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών καλείται να επιτείνει τις προσπάθειες συγκρότησης κοινότητας αποφοίτων με στόχο «να συμβάλλουν στην οικονομική στήριξη της σχολής».
Τέλος, χρειάζεται να σημειώσουμε το εξής: Το γεγονός ότι τα προγράμματα σπουδών τους πιστοποιήθηκαν, δεν αποτέλεσε αποτρεπτικό παράγοντα για να μην κλείσουν ή «μετασχηματιστούν» κάποια από αυτά τα Τμήματα, με το πασχαλιάτικο πολυνομοσχέδιο - «σκούπα» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ίσως μοιάζει αντιφατικό, όμως εξηγείται αν κανείς σκεφτεί με βάση τι ιεραρχείται και πώς στην ευρωενωσιακή στρατηγική. Γιατί σε αυτό το πλαίσιο καθορίζεται τι ακριβώς επιτάσσουν οι κατευθύνσεις του κεφαλαίου για το περιεχόμενο και την οργάνωση των σπουδών και τη λειτουργία Τμημάτων και ιδρυμάτων. Για την ακρίβεια, σε αυτό το πλαίσιο καθορίζεται ακόμα και το ποια Τμήματα και ιδρύματα θα λειτουργούν, όπως χαρακτηριστικά είδαμε να συμβαίνει με την αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη που έφερε σε πέρας η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, με τον ίδιο τρόπο θα πιστοποιούνται τα προγράμματα σπουδών και των νέων Τμημάτων.
Οι φοιτητές μπορούν να κάνουν τη διαφορά, με ισχυρό ΚΚΕ
Το παράδειγμα της πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών δείχνει ανάγλυφα ότι η προώθηση της ευρωενωσιακής στρατηγικής από τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου αντιστρατεύεται τις πραγματικές ανάγκες και τα συμφέροντα των φοιτητών και αυριανών εργαζομένων. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει συγκυριακά ή εξαιτίας των προσωπικών αντιλήψεων των αξιολογητών, αλλά ακριβώς επειδή είναι εξαρχής σχεδιασμένη έτσι ώστε να υπηρετεί τις αναπτυξιακές ιεραρχήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών του κάθε κλάδου και των υπηρεσιών που στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους. Και όπως είναι γνωστό, το χάσμα μεταξύ των αναγκών της αυριανής βάρδιας της εργατικής τάξης και των συμφερόντων του κεφαλαίου είναι αγεφύρωτο.
Εξάλλου, το περιεχόμενο και η οργάνωση των προγραμμάτων σπουδών, η βέλτιστη προσαρμογή των οποίων στις στοχεύσεις του κεφαλαίου αποτελεί και την ουσιαστική στόχευση της διαδικασίας πιστοποίησής τους, αποτελούν πεδίο διαπάλης στο οποίο οφείλει να δίνει το στίγμα της η παρέμβαση των κομμουνιστών στο κίνημα, γιατί σε αυτό εκφράζεται συμπυκνωμένα η βασική διαπάλη στα πανεπιστήμια:
Από τη μια, είναι οι σύγχρονες ανάγκες της νεολαίας και η αγωνιστική διεκδίκησή τους, η οργάνωση του αγώνα για τη διαμόρφωση όρων για την ικανοποίησή τους. Αυτή είναι η γραμμή που δουλεύουν οι δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια και μπορεί να συσπειρώσει πλατιές μάζες φοιτητών.
Από την άλλη, είναι η υποταγή των σπουδών και της προοπτικής των αποφοίτων στις εφήμερες ανάγκες του κεφαλαίου. Αυτή είναι η ουσία της ευρωενωσιακής στρατηγικής, την οποία υπηρετούν πιστά τα κόμματα του κεφαλαίου στη χώρα μας όπως και σε όλη την Ευρώπη, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές στις αποχρώσεις των θέσεών τους. Εν προκειμένω, είναι χαρακτηριστική η αποφασιστικότητα με την οποία προώθησε την προηγούμενη τετραετία τη γραμμή αυτή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, επιβεβαιώνοντας έτσι και στο χώρο των πανεπιστημίων το ρόλο της ως σημαιοφόρου των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Είναι αυτή η πολιτική που καταδικάζει τη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών και των νέων επιστημόνων που αποφοιτούν από τα πανεπιστήμια στη διαρκή εργασιακή ανασφάλεια, στη δουλειά σε αντικείμενο άσχετο από αυτό των σπουδών τους, στο χαμήλωμα του πήχη των απαιτήσεων μπροστά στο φόβο της ανεργίας.
Σε αυτήν τη σύγκρουση, οι φοιτητές έχουν τη δυνατότητα να πάρουν θέση και με την ψήφο τους στις επικείμενες εκλογικές μάχες. Τώρα είναι η ώρα να δώσουν με την ψήφο τους αποφασιστικό μήνυμα ότι δεν ανέχονται μια τέτοια προοπτική για τις ζωές τους, ότι είναι αποφασισμένοι να κάνουν τη διαφορά, δυναμώνοντας τη συστράτευση με το ΚΚΕ.
Με τις κάλπες να γεμίζουν με χιλιάδες ψηφοδέλτια του ΚΚΕ, πολλά από τα οποία θα τα έχουν ρίξει νέοι φοιτητές που ψηφίζουν για πρώτη φορά, οι φοιτητές μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Με τις ανάγκες τους μπροστά, να δυναμώσουν και μέσα στα πανεπιστήμια τη σύγκρουση με την ΕΕ, την πολιτική και τα κόμματα του κεφαλαίου.
Γιατί ο μονόδρομος της ΕΕ, των μονοπωλίων, που βαδίζουν χρόνια τώρα, με διαφορετική περπατησιά μεν, αλλά με τον ίδιο αντιλαϊκό προσανατολισμό ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, είναι από χέρι αντιλαϊκός, γιατί στόχο έχει μόνο την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων που τσακίζουν τη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων, της νέας γενιάς.
Για κάθε φοιτητή που δεν θέλει να στηρίξει και να δώσει ανοχή στο δρόμο που μας έφερε έως εδώ και θα συνεχίσει να φέρνει ανεργία, φτώχεια, ανασφάλεια για τους πολλούς και από την άλλη κέρδη και προνόμια μόνο για τους λίγους, για μια χούφτα παράσιτα εκμεταλλευτές, μία είναι η επιλογή μπροστά στην κάλπη: Η αντεπίθεση με τα ψηφοδέλτια του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, για να αντεπιτεθούμε μαζικά και δυναμικά παντού, για ν' ανοίξει επιτέλους ο δρόμος για την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών!
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Για τη διακήρυξη της Μπολόνια και τη διαδικασία προώθησης και υλοποίησής της βλ. αναλυτικά το άρθρο του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο «Διακήρυξη της Μπολόνια: 20 χρόνια μετά», ΚΟΜΕΠ τ.1/2019.
2. Πιο αναλυτικά για τα ζητήματα διασφάλισης ποιότητας της Ανώτατης Εκπαίδευσης και πιστοποίησης προγραμμάτων σπουδών, βλ. άρθρο του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ «Οι εξελίξεις σχετικά με την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών στα ΑΕΙ», ΚΟΜΕΠ τ.4/2016.


Του Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ


δείτε αναλυτικό αρχείο των δημοσιεύσεων στην ιστοσελίδα μας με χρονολογική σειρά στο λινκ αρχείο δημοσιεύσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.